Αδιαμφισβήτητη είναι η σοβαρότητα της κρίσης που
παρατείνεται στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Πολυτεχνείο εξαιτίας της
συνεχιζόμενης απεργίας των διοικητικών υπαλλήλων και των επιπτώσεων που έχει
αυτή στο πρόγραμμα σπουδών. Μόνο που το συγκεκριμένο πρόβλημα, εκτός από περιστασιακό,
είναι ήσσονος σημασίας σε σχέση με τα πολλά και γνωστά που όχι μόνο ανέχεται
αλλά και προκαλεί το πανεπιστημιακό κατεστημένο.
Προσπάθειες ανατροπής της ισχύουσας κατάστασης έχουν
γίνει. Απόδειξη οι νομοθετικές παρεμβάσεις των τελευταίων τριών χρόνων που
είχαν ως στόχο να θεραπεύσουν διαχρονικές δυσλειτουργίες του κορυφαίου
εκπαιδευτικού ιδρύματος της χώρας, πλην όμως προσέκρουσαν στα διάφορα
«κεκτημένα», που τόσο το καθηγητικό όσο και το φοιτητικό-κομματικό κατεστημένο
προστατεύουν με κάθε τρόπο.
Είναι θλιβερή η πραγματικότητα την οποία κατέγραψε η δημοσιογραφική
έρευνα του «Εθνους». Εξαίρετοι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι επιλέγουν να εργαστούν
σε ξένα πανεπιστήμια όπου βρίσκουν καλύτερες αποδοχές, αλλά κυρίως καλύτερες
συνθήκες εργασίας, οι συχνές φοιτητικές κινητοποιήσεις εμποδίζουν την ομαλή
λειτουργία του ιδρύματος,
οι «συναλλαγές» καθηγητών και φοιτητών έχουν
καταντήσει θεσμός, οι φοιτητικές παρατάξεις υπηρετούν κομματικές σκοπιμότητες
και μόνο, και οι «αιώνιοι φοιτητές» αποτελούν μόνιμο και αξεπέραστο πρόβλημα.
Με δεδομένη αυτή την κατάσταση, κάθε άλλο παρά ξενίζει καταγγελία
σύμφωνα με την οποία οι υποτροφίες για τις μεταπτυχιακές σπουδές αλλά και τη
συμμετοχή σε άλλα προγράμματα προεπιλέγονται από τους καθηγητές με καθαρά
κομματικά κριτήρια στις περισσότερες περιπτώσεις.
Είναι κι αυτή μία από τις
παραμέτρους των συναλλαγών ανάμεσα σε καθηγητές και φοιτητές, για τις οποίες
και οι δύο πλευρές μόνο ντροπή θα έπρεπε να αισθάνονται.
Αλλά τέτοια συναισθήματα δεν έχουν, φυσικά,
θέση σε ανθρώπους που συστηματικά και ενσυνείδητα υπονομεύουν το μεγαλύτερο
τριτοβάθμιο εκπαιδευτικό ίδρυμα της χώρας. Και όχι μόνο αυτό