Οταν τον Ιούνιο οι εκπρόσωποι των δανειστών αναγνωρίζουν
ότι δεν προβλέπεται δημοσιονομικό κενό για το 2014, τον Σεπτέμβριο
«ανακαλύπτουν» κενό 2,9 δισ. και τον Νοέμβριο αναδιπλώνονται στο 1,5 δισ., δύο
τινά μπορεί να συμβαίνουν. Ή είναι ανίκανοι να επιτελέσουν στοιχειωδώς τα
καθήκοντά τους ή ενεργούν υπηρετώντας άλλες σκοπιμότητες πέραν της
δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Οποια και αν είναι, πάντως, η αιτία της
αλλοπρόσαλλης αυτής στάσης τους, εκείνο που μετράει είναι το γεγονός ότι η χώρα
μας δεν είναι ανυπεράσπιστη απέναντι στις παλινωδίες της τρόικας ή στις
απαράδεκτες δηλώσεις των διαφόρων προκλητικά αμειβόμενων τεχνοκρατών των
Βρυξελλών.
Κι αυτό γιατί προσερχόμαστε στις υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεις
διαθέτοντας το όπλο της εντυπωσιακής αύξησης των εσόδων κατά τους τρεις
τελευταίους μήνες, που βάσιμα επιτρέπει την αισιόδοξη πρόβλεψη ότι το
πρωτογενές πλεόνασμα θα πλησιάσει στο 1 δισ.
Πόσο σημαντικό είναι αυτό αποδεικνύεται από ακόμη δύο
δεδομένα. Το πρώτο είναι το γεγονός ότι το πρωτογενές πλεόνασμα είναι κατά 1,5
δισ. μεγαλύτερο λόγω της επιστροφής από τις κεντρικές ευρωπαϊκές τράπεζες των
κερδών από τα ελληνικά ομόλογα.
Και το δεύτερο είναι ότι η πρόβλεψη για φέτος
ήταν πως όχι μόνο δεν θα είχαμε πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά θα παρουσιάζαμε
πρωτογενές έλλειμμα της τάξης των 3,03 δισ. ευρώ.
Αυτήν την αδιαμφισβήτητη επιτυχία και την προοπτική της
επικείμενης εισόδου της χώρας σε αναπτυξιακή πορεία, που θα βελτιώσει ακόμη
περισσότερο τα έσοδα, κανένας δεν είναι σε θέση να αρνηθεί ή να αγνοήσει.