Συνταγματικές και νόμιμες είναι οι περικοπές που έγιναν
στις αποδοχές των υπαλλήλων του υπουργείου Οικονομικών σε εφαρμογή του Ν.
4024/2011, αφού με τη συγκεκριμένη ρύθμιση επιδιώχθηκε η μείωση κρατικών
δαπανών και ο εξορθολογισμός του μισθολογικού κόστους λόγω της δυσμενούς
δημοσιονομικής συγκυρίας.
Αυτό έκρινε με απόφασή της η Ολομέλεια του Συμβουλίου
της Επικρατείας (ΣτΕ) και απέρριψε αίτηση ακύρωσης που είχαν καταθέσει για το
θέμα αυτό υπάλληλοι του υπουργείου Οικονομικών.
Οι
προσφεύγοντες ζητούσαν να ακυρωθούν τα φύλλα μισθοδοσίας τους με τα οποία
περικόπηκαν οι αποδοχές τους και παράλληλα να ακυρωθεί η απόφαση της αρμόδιας
διεύθυνσης του υπουργείου με την οποία κατετάγησαν, σε εκτέλεση του νόμου
4024/2011, στους βαθμούς της κατηγορίας που υπηρετούσαν.
Με την
απόφασή της η Ολομέλεια του ΣτΕ απέρριψε τις προσφυγές τους και έκρινε ότι με
τον Ν. 4024/2011 επιδιώχθηκε, μεταξύ των άλλων, ο εξορθολογισμός του
μισθολογικού κόστους για λόγους δημοσίου συμφέροντος μετά τη δημοσιονομική
κρίση που έπληξε τη χώρα.
Επιπλέον,
στην απόφασή της η Ολομέλεια επισημαίνει πως με τη χορήγηση πρόσθετων
επιδομάτων (ΔΗΒΕΕΤ) στους υπαλλήλους του υπουργείου Οικονομικών δημιουργήθηκε
ένα οιονεί ειδικό μισθολόγιο με ουσιώδη μισθολογική διαφοροποίηση από τους
υπολοίπους και η κατάργηση του επιδόματος αυτού δεν παραβιάζει την αρχή της
ισότητας.
Ακόμη,
κατά την Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί
ότι η περικοπή που επιβλήθηκε στους υπαλλήλους του υπουργείου τους επιβαρύνει
στο βαθμό εκείνο που θα προσέβαλε την αξιοπρεπή τους διαβίωση. Και αυτό διότι -
όπως επισημαίνεται στη σχετική απόφαση - δεν μειώθηκε ο βασικός μισθός των
συγκεκριμένων υπαλλήλων.
Τέλος,
με απόφασή της η Ολομέλεια κρίνει ότι δεν είναι αντισυνταγματικές οι
συγκεκριμένες περικοπές και ούτε παραβιάζουν τις συνταγματικές διατάξεις που
αφορούν την ισότητα, την προστατευόμενη εμπιστοσύνη, την αναλογικότητα, την
αξιοπρεπή διαβίωση και την οργάνωση της δημόσιας διοίκησης.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ -ΜΠΕ