Η διαπραγμάτευση άρχισε. Και όπως είναι εύλογο, άρχισε με
τις αναμενόμενες εκατέρωθεν βολιδοσκοπήσεις, μέσω των οποίων επιχειρείται να
διαφανούν οι διαθέσεις και τα όρια των δύο πλευρών. Γι΄ αυτό και δεν ξαφνιάζει
η απόφαση της τρόικας να θέσει ακόμη και άκαιρα ορισμένα θέματα, όπως για
παράδειγμα την επαναφορά του ΦΠΑ για την εστίαση στο 23%. Είναι προφανές ότι θα
τη χρησιμοποιήσει ως αντίβαρο στην ελληνική απαίτηση για μείωση της φορολογίας
στα καύσιμα.
Και υπάρχει και ένας ακόμη λόγος για την τακτική των
εκπροσώπων των δανειστών μας ν΄ ανοίξουν περισσότερα του αναμενομένου θέματα.
Η
δυνατότητα να πιέσουν για λήψη μέτρων προκειμένου να καλυφθούν ελλείμματα
μεγαλύτερα των 500 εκατομμυρίων που προβλέπει η ελληνική κυβέρνηση δεν
θεωρείται το ίδιο αποτελεσματική όσο άλλοτε. Και για περισσότερους του ενός
λόγους.
Πρώτον, η ίδια η Κομισιόν διαπίστωσε την πρόοδο
και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και κυρίως προέβλεψε πρωτογενές
πλεόνασμα 2,9 δισ. για το 2014.
Δεύτερον, τόσο το ΔΝΤ όσο και παράγοντες της
Κομισιόν έχουν δηλώσει ότι δεν πρέπει να υπάρξουν μειώσεις μισθών και
συντάξεων.
Και τρίτον, στη σχετική με το ελληνικό πρόγραμμα
συζήτηση στο
Ευρωκοινοβούλιο υπογραμμίστηκε η ανάγκη να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στον
περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Ολα αυτά αποτελούν διαπραγματευτικά όπλα, με τα οποία η
κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα ν΄ αποκρούσει τις πιέσεις της τρόικας στα κρίσιμα
θέματα και πρωτίστως σ΄ εκείνα για τα οποία έχουν δημόσια και επανειλημμένα
δεσμευτεί ο πρωθυπουργός και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ότι δεν πρόκειται να
υπάρξουν αρνητικές εξελίξεις.