Η «αναμέτρηση» είναι άχαρη, μια και το αποτέλεσμα είναι
προκαταβολικά γνωστό. Μόνο αφελείς ή εθελοτυφλούντες θα ήταν δυνατό να
ισχυριστούν ότι υπάρχουν έστω και περιθώρια σύγκρισης ενός καλού βρετανικού
τριτοβάθμιου ιδρύματος και ενός ελληνικού - ακόμη και αν πρόκειται για το
εκπαιδευτικά επαρκέστατο Πολυτεχνείο.
Και είναι απλούστατο γιατί. Ενα καλό βρετανικό
πανεπιστήμιο έχει ως αποκλειστικό μέλημά του τον φοιτητή - να του προσφέρει την
καλύτερη δυνατή εκπαίδευση, υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, και μέσα στο
καλύτερο δυνατό περιβάλλον.
Πρυτανικές αρχές, καθηγητές και διοικητικό
προσωπικό σε αυτόν και μόνο τον στόχο είναι προσηλωμένοι. Τα όποια δικά τους
προβλήματα τα λύνουν το καλοκαίρι, που δεν λειτουργεί το ίδρυμα.
Στη χώρα μας ισχύει το αντίθετο. Οι φοιτητές δεν αποτελούν τον
σκοπό αλλά το μέσο. Πρυτάνεις, καθηγητές και διοικητικό προσωπικό προτάσσουν τα
δικά τους προβλήματα και βασίζουν την επίλυσή τους στον εκβιασμό, τον οποίο
ασκούν χρησιμοποιώντας ως ομήρους τους φοιτητές. Κλασικό παράδειγμα τα όσα
ζούμε εδώ και αρκετές βδομάδες.
Και δυστυχώς τα στραβά της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στη χώρα μας
δεν σταματάνε εδώ. Είναι κι άλλοι που προηγούνται του απλού φοιτητή. Είναι οι
κομματικές νεολαίες που στρατολογούν οπαδούς, οι οργανωμένες μειοψηφίες που
διακόπτουν τη λειτουργία του ιδρύματος όποτε θελήσουν, τα εγκληματικά στοιχεία
που απολαμβάνουν το πανεπιστημιακό άσυλο, ο οποιοσδήποτε διαθέτει το θράσος να
προωθήσει, ασκώντας βία, την όποια επιλογή του.
Από τις εμπειρίες των δύο φοιτητών που παραθέτει σήμερα το
«Εθνος» εκείνο που αβίαστα προκύπτει είναι ότι η φοίτηση στο αγγλικό
πανεπιστήμιο αποτελεί μια μεθοδικά προγραμματισμένη και υποδειγματικά
εκτελεσμένη διαδικασία. Στον τόπο μας μοιάζει με περιπέτεια, με ένα «ταξίδι στο
άγνωστο» όπου ο απλός φοιτητής δεν μπορεί να ξέρει πού και γιατί θα τον βρει η
επόμενη μέρα.