Παραδίδουμε μια χώρα κατεστραμμένη. Χωρίς αρχή και τέλος.
Δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Υπάρχει μόνο εμπαιγμός. Ενας συνεχής εμπαιγμός απ’
όσους κυβέρνησαν τον τόπο. Που δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να χαρίζουν χρέη.
Είτε αυτοί ήταν επιχειρηματίες είτε ήταν μεγαλοεργολάβοι είτε αυτοί που
συγκαθόριζαν τις τύχες της χώρας. Και μαζί μ’ αυτούς τους μεγαλοσχήμονες, από
κοντά σαν είδος ενοχής, οι αγροτοσυνδικαλιστές, αυθαιρετούχοι, δήμαρχοι,
ιδιαίτερα παραμονές εκλογών, έπαιρναν άφεση αμαρτιών για κάθε διαπραττόμενο
αδίκημα. Ολοι ξεχρέωναν και χρεωνόταν η Ελλάδα, δηλαδή οι φορολογούμενοι, καλοί
και κακοί.
«Ελα μωρέ, τι έγινε, όλη η Ελλάδα χρωστάει». Και κοβόταν εκεί η κάθε κουβέντα, ο κάθε προβληματισμός για την επόμενη μέρα. Και να σου τα χαχανητά για τους προβληματικούς που αναρωτιούνταν για την όλη κατάσταση. Διότι περί αυτού επρόκειτο. Γιατί μόνο προβληματικοί θα έθεταν ανάλογα κριτήρια.
«Ελα μωρέ, τι έγινε, όλη η Ελλάδα χρωστάει». Και κοβόταν εκεί η κάθε κουβέντα, ο κάθε προβληματισμός για την επόμενη μέρα. Και να σου τα χαχανητά για τους προβληματικούς που αναρωτιούνταν για την όλη κατάσταση. Διότι περί αυτού επρόκειτο. Γιατί μόνο προβληματικοί θα έθεταν ανάλογα κριτήρια.
Και να οι
γευστικές απολαύσεις κάθε γούστου, με το ενδιαφέρον των συνδαιτυμόνων να
στρέφεται και να περιστρέφεται στο επόμενο τσιμπούσι. Πού καιρός για χάσιμο…
Και έτσι η Ελλάδα νόμιζε ότι βάδιζε, ενώ στην ουσία παρέπαιε. Δεν ήθελαν να το
βλέπουν αυτό οι πολλοί, ήθελαν να βλέπουν μια χώρα που ευημερούσε, κρίνοντας
από τη δική μας, μοναδική, περίπτωση.
Με τον σοσιαλισμό για μια νέα Ελλάδα, που μεταλλάχθηκε σε Αριστερά, στην υπηρεσία πάντα των νέων αφεντικών, που οι ίδιοι όλα αυτά τα χρόνια δημιουργούσαν. Παίζοντας με τις λέξεις, κατάφεραν να αποπροσανατολίσουν τον κόσμο και να τον φέρνουν στα δικά τους μέτρα. Κι όταν ερχόταν η ώρα του απολογισμού, ξανά τα ίδια. Για όλα φταίνε οι ξένοι. Που βρήκαν την ευκαιρία να μας ποδοπατήσουν. Ελάχιστοι οι σώφρονες, μεταξύ αυτών ο Στέφανος Μάνος, που έβαζαν τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση θέτοντας τον δάκτυλον «επί τον τύπον των ήλων».
Με τον σοσιαλισμό για μια νέα Ελλάδα, που μεταλλάχθηκε σε Αριστερά, στην υπηρεσία πάντα των νέων αφεντικών, που οι ίδιοι όλα αυτά τα χρόνια δημιουργούσαν. Παίζοντας με τις λέξεις, κατάφεραν να αποπροσανατολίσουν τον κόσμο και να τον φέρνουν στα δικά τους μέτρα. Κι όταν ερχόταν η ώρα του απολογισμού, ξανά τα ίδια. Για όλα φταίνε οι ξένοι. Που βρήκαν την ευκαιρία να μας ποδοπατήσουν. Ελάχιστοι οι σώφρονες, μεταξύ αυτών ο Στέφανος Μάνος, που έβαζαν τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση θέτοντας τον δάκτυλον «επί τον τύπον των ήλων».
Λέγοντας απλά πράγματα, που οι άλλοι, τυφλωμένοι από την απληστία,
δεν έβλεπαν ή μάλλον δεν ήθελαν να δουν. Αυτοί ήξεραν και τα πολλά,
διαχειριζόμενοι τις τύχες μας. Αυτούς άλλωστε εμπιστεύθηκε ο ελληνικός λαός.
Αυτούς τους ωραιολόγους, τους επιλήσμονες της αποστολής τους, που έμαθαν την
κοινωνία να τρέφεται με ψέματα. Λαός ευκολόπιστος, που δεν βρέθηκε πολιτικός να
τον γαλουχήσει με αλήθειες. Εδώ και καιρό πολύ. Προείχε το πολιτικώς ορθόν.
Που
ήταν να σώσει τον τόπο από την καταστροφή. Πόσες φορές, αλήθεια, δεν έχουμε
ακούσει τα ίδια πράγματα. Γενιές μεγάλωσαν με τα ίδια συνθήματα, τις ίδιες
επαγγελίες, τις ίδιες κραυγές και οιμωγές. Κι όμως, εξακολουθούν να λένε τα
ίδια πράγματα παραλλαγμένα. Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Κάθε κομπλεξικός και
παραληρηματικός έρχεται να δρέψει δάφνες πολιτισμού, νέας εσοδείας, σ’ ένα
πτώμα… Τι αφήνουμε πίσω μας; Συντρίμμια.
Κι αντί όλοι να ομολογήσουν τα λάθη τους και να γίνει μια νέα αρχή, επιρρίπτουν τις ευθύνες ο ένας στον άλλο και αλληλοαναιρούνται. Οχι εγώ - εσύ φταις, επιμένουν πεισματικά και έτσι σχέδιο εθνικής συνοχής, περισσότερο απαραίτητο από ποτέ, δεν μπορεί να υπάρξει. Οι κομματικοί στρατοί δεν επιτρέπουν τη δημιουργία του.
Κι αντί όλοι να ομολογήσουν τα λάθη τους και να γίνει μια νέα αρχή, επιρρίπτουν τις ευθύνες ο ένας στον άλλο και αλληλοαναιρούνται. Οχι εγώ - εσύ φταις, επιμένουν πεισματικά και έτσι σχέδιο εθνικής συνοχής, περισσότερο απαραίτητο από ποτέ, δεν μπορεί να υπάρξει. Οι κομματικοί στρατοί δεν επιτρέπουν τη δημιουργία του.
Διώξαμε τριακόσιες χιλιάδες νέους επιστήμονες στο εξωτερικό και η τάση φυγής
συνεχίζεται. Ενα κράτος κακοπληρωτής που χρωστάει ακόμη και της… Μιχαλούς και
δεν περιορίζει τις δημόσιες δαπάνες. Το αντίθετο. Νοσοκομεία διαλυμένα,
εκπαίδευση που όλο χαμηλώνει (πόσο ακόμη;), Δικαιοσύνη εμπλεκόμενη σε πολιτικά
παιγνίδια, ορατά και μη, και πάντως αναξιόπιστη στα μάτια των πολλών.
Ελάχιστοι πιστεύουν τους θεσμούς, είτε λέγεται Πρόεδρος Δημοκρατίας είτε άλλως πώς. Τα βάθρα της Δημοκρατίας έχουν κλονιστεί. Κι ουδείς ασχολείται. Ενα κράτος-χάος, που ζει με ενέσεις ή μάλλον αργοσβήνει. Υπόδουλο για 99 χρόνια στους ξένους, στους οποίους παραδοθήκαμε από δικά μας λάθη.
Ελάχιστοι πιστεύουν τους θεσμούς, είτε λέγεται Πρόεδρος Δημοκρατίας είτε άλλως πώς. Τα βάθρα της Δημοκρατίας έχουν κλονιστεί. Κι ουδείς ασχολείται. Ενα κράτος-χάος, που ζει με ενέσεις ή μάλλον αργοσβήνει. Υπόδουλο για 99 χρόνια στους ξένους, στους οποίους παραδοθήκαμε από δικά μας λάθη.
Και εμείς χωρίς κουράγιο,
χωρίς ηθικό, ξεδοντιασμένοι από τα αψυχολόγητα μέτρα της κυβέρνησης για αύξηση
φορολογικών εσόδων, προσπαθούμε να επιβιώσουμε. Με τα «κόκκινα» δάνεια να
έρχονται χωρίς να διακρίνουν μεταξύ κακοπληρωτών και μη, και το κράτος, ο
μεγαλύτερος κακοπληρωτής, να σφυρίζει αδιάφορα.
Γιατί δεν έχει υποχρεώσεις,
όπως κάθε πολίτης, και τις ευθύνες του θα κληθεί να πληρώσει ο λαός. Γιατί
είναι ανεύθυνος και γι’ αυτό επικίνδυνος. Να, λοιπόν, τι παραδίδουμε στις
επόμενες γενιές. Δυστυχία και μόνο, και ίσως μια χώρα γεωπολιτικά ηττημένη. Ας
ευχηθούμε για το μη χείρον.
*Ο κ. Δημήτρης Χ. Παξινός
είναι πρώην πρόεδρος του ΔΣΑ.