Αναρωτιούνται πολλοί γύρω μας
γιατί επικρατεί μια απίστευτη ατμόσφαιρα απάθειας, σχεδόν αφασίας, στην
ελληνική κοινωνία. Οι άνθρωποι δεν θυμώνουν ούτε και ενθουσιάζονται με κάτι. Οι
περισσότεροι είναι «στην τσίτα», διότι ζουν και παλεύουν για να επιβιώσουν σε
μια χώρα όπου κυριολεκτικά δεν ξέρεις τι θα σου ξημερώσει, ιδίως σε ό,τι αφορά
το κράτος.
Υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση παραίτησης στην κοινωνία μας.
Ενας καλός φίλος μού έδωσε μία
εξήγηση, την οποία δανείστηκε από τον κόσμο της απλουστευμένης ψυχολογίας.
Οποιος χάνει κάτι ή κάποιον πολύ δικό του περνάει πέντε φάσεις: το σοκ μαζί με
την άρνηση, τον πόνο μαζί με τις ενοχές, τον θυμό, την κατάθλιψη και, τέλος,
την αποδοχή και ίσως την ελπίδα. Οταν μας πρωτοχτύπησε η κρίση, το 2009,
βρεθήκαμε πράγματι σε σοκ και περάσαμε μια περίοδο άρνησης.
Νομίζαμε ότι ήταν
κάτι εφήμερο αυτό που περνούσαμε και πως σε ένα ή δύο χρόνια τα πράγματα θα
ήταν πάλι όπως παλιά. Ακολούθησε η περίοδος της αγωνίας και κάποιων ενοχών.
Καταλαβαίναμε ότι ζούσαμε πολύ πάνω από τις δυνατότητές μας ως χώρα, αλλά
ταυτόχρονα συνειδητοποιούσαμε ότι χάναμε το έδαφος κάτω από τα πόδια μας. Ολοι
συζητούσαμε το «πότε θα τελειώσει αυτό που ζούμε».
Και μετά ήλθε η οργή. Την περάσαμε
και αυτήν τη φάση. Σαρώθηκε το παλαιό πολιτικό σκηνικό. Τίποτα δεν έμεινε όρθιο
και δοκιμάσαμε την τύχη μας με μια κυβέρνηση που υποσχόταν να μετατρέψει τον
συλλογικό θυμό σε διαπραγματευτικό υπερόπλο. Επειτα από ένα πανάκριβο
φροντιστήριο μάθαμε ότι η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη από τις
φαντασιώσεις μας.
Σήμερα είναι φανερό ότι περνάμε
την περίοδο της κατάθλιψης. Οι πολίτες δεν βλέπουν φως στο τούνελ, ούτε
περιμένουν κάποιο στιβαρό χέρι να τους τραβήξει από τη μιζέρια τους. Δίνουν μια
μάχη επιβίωσης, συμβιβασμένοι με τη συνεχή φτωχοποίησή τους και τη μείωση των
προσδοκιών τους.
Εκτός από τον κόσμο του τουρισμού που ζει ένα σύγχρονο
ελληνικό όνειρο, η υπόλοιπη κοινωνία έχει σκύψει το κεφάλι και κοιτάζει –μόνο–
πώς θα τα βγάλει πέρα. Γι’ αυτό και δεν της κάνει πια τίποτα εντύπωση και
συμβιβάζεται με ακρότητες και φαινόμενα που θα εξόργιζαν πριν από λίγα χρόνια.
Κομμάτι της κατάθλιψης και η αλλεργία προς τα «νέα», που προτιμά να μην ακούει.
Υποτίθεται πως υπάρχει και η
τελευταία φάση ύστερα από μια σημαντική απώλεια, αυτή της αποδοχής και της
ελπίδας. Είναι προφανώς νωρίς για να νιώσουμε ότι αρχίζουμε να τη βιώνουμε,
αλλά, λογικά, πού θα πάει. Θα έλθει και αυτή.