Σωστές και απολύτως αναγκαίες είναι οι
πρωθυπουργικές παρεμβάσεις στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται ότι οι
διαχειριζόμενοι τα θέματα των διαφόρων υπουργείων αδυνατούν να συνεννοηθούν
όταν ένα υπό κρίση ζήτημα εμπίπτει στην αρμοδιότητα περισσοτέρων του ενός. Οπως,
για παράδειγμα, συνέβη με τη διάσταση απόψεων μεταξύ του Κ. Μητσοτάκη και του
Α. Λοβέρδου για το θέμα της διαθεσιμότητας των διοικητικών υπαλλήλων των ΑΕΙ.
Ωστόσο, τέτοιες
παρεμβάσεις θα πρέπει να είναι σπάνιες, να αφορούν ζητήματα ιδιαίτερης
σοβαρότητας και βαρύτητας και να εκδηλώνονται αφού προηγουμένως οι αρμόδιοι
υπουργοί έχουν καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να γεφυρώσουν τις όποιες
διαφορές τους, συνεκτιμώντας απολύτως τις ιδιαίτερες οικονομικές και κοινωνικές
συνθήκες υπό τις οποίες θα πρέπει να λάβουν τις όποιες αποφάσεις τους.
Και για να γίνουμε σαφέστεροι: είναι αδιανόητο να δημιουργούνται μείζονος
σημασίας ενδοκυβερνητικά προβλήματα για θέματα τα οποία η συντριπτική
πλειονότητα των πολιτών θεωρεί ότι είναι -και είναι- ήσσονος σημασίας σε σχέση
με εκείνα που βιώνουν καθημερινά και επί χρόνια οι ίδιοι, χωρίς να έχουν
προηγηθεί ίδιες ή ανάλογες ενδοκυβερνητικές αναταράξεις ως προς τη λήψη και την
εφαρμογή των σχετικών αποφάσεων.
Αυτήν την πραγματικότητα οφείλουν να έχουν κατά
νου όλοι οι μετέχοντες στο κυβερνητικό σχήμα, μια και υπάρχουν ακόμη σε εξέλιξη
ή και εκκρεμότητα μεταρρυθμίσεις τις οποίες οφείλει η κυβέρνηση να
πραγματοποιήσει όχι μόνο επειδή αποτελούν συμβατικές υποχρεώσεις της έναντι των
εταίρων και δανειστών μας, αλλά και επειδή είναι απολύτως αναγκαίες για να
ξεπεράσουμε επιτέλους διαχρονικές αγκυλώσεις και αδυναμίες.
Οποιοι αποδέχονται την πρόταση να καταλάβουν
υπουργικό ή υφυπουργικό αξίωμα οφείλουν να έχουν αποδεχθεί εκ των προτέρων ότι
δουλειά τους είναι να λύνουν προβλήματα και όχι να δημιουργούν.