«Η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών
αποσκοπεί στην αναπλήρωση των ιδίων κεφαλαίων που απώλεσαν οι τράπεζες, κυρίως
λόγω της δημοσιονομικής κρίσης και της συμμετοχής τους στην αναδιάρθρωση του
ελληνικού χρέους»,
αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος, σε έγγραφό της που
διαβιβάστηκε στη Βουλή,
σχετικά με το αίτημα που διατυπώνεται από τον ΣΕΒΕ
(Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος)
να δοθούν στην πραγματική οικονομία,
δηλαδή στις παραγωγικές και εξαγωγικές επιχειρήσεις,
τα 2/3 του ποσού της
ανακεφαλαιοποίησης. Σχετική ερώτηση προς το υπουργείο Οικονομικών είχε
καταθέσει στη Βουλή, η βουλευτής των Ανεξάρτητων Ελλήνων Μαρία Κόλλια Τσαρουχά.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, «οι προτάσεις για οριοθέτηση συγκεκριμένων ποσών ή ποσοστών κεφαλαίων, μετά τη συμφωνία της κυβέρνησης με την τρόικα, και την τελική διοχέτευσή τους προς συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων,
όπως για
παράδειγμα η προτεινόμενη δέσμευση των 2/3 του ποσού ανακεφαλαιοποίησης των
τραπεζών για την πραγματική οικονομία, αναδεικνύουν μεν το μέγεθος των αναγκών
ρευστότητας των επιχειρήσεων και των βιομηχανιών, αλλά δεν συνάδουν με το
ισχύον θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των τραπεζών στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Αναφερόμενη στο ποσό της ανακεφαλαιόποιησης, η ΤτΕ αναφέρει: «Το ελάχιστο ύψος των απαιτούμενων κεφαλαίων, δεν είναι μια τυχαία επιλογή της εθνικής εποπτικής αρχής ή της κυβέρνησης. Τουναντίον, το ύψος των κεφαλαίων προκύπτει από το κοινό ευρωπαϊκό εποπτικό πλαίσιο περί κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών».